Όταν δημιουργείτε μια μονάδα USB με δυνατότητα εκκίνησης χρησιμοποιώντας εργαλεία όπως το Ubuntu Startup Disk Creator ή το UNetbootin, έχετε την επιλογή να ενεργοποιήσετε την επιμονή. Αυτό δημιουργεί ένα ειδικό αρχείο, που συχνά ονομάζεται "persistence.conf" ή παρόμοιο, στη μονάδα USB. Το μέγεθος αυτού του αρχείου καθορίζει πόσος χώρος αποθήκευσης έχει δεσμευτεί για την αποθήκευση των τροποποιήσεών σας.
Κατά την εκκίνηση, το ζωντανό σύστημα θα εντοπίσει το αρχείο persistence και θα το προσαρτήσει ως εγγράψιμη επικάλυψη. Οποιεσδήποτε αλλαγές κάνετε στο σύστημα, όπως η εγκατάσταση λογισμικού, η δημιουργία αρχείων ή η τροποποίηση ρυθμίσεων, θα εγγραφούν σε αυτήν την επικάλυψη αντί για τα αρχικά αρχεία ζωντανής διανομής. Αυτό σας επιτρέπει να προσαρμόσετε το ζωντανό περιβάλλον και να μεταφέρετε τις αλλαγές σας μαζί σας σε διαφορετικούς υπολογιστές.
Τα αρχεία Persistence είναι ιδιαίτερα χρήσιμα για τη δημιουργία προσαρμοσμένων ζωντανών μονάδων USB για συγκεκριμένες εργασίες ή σκοπούς. Για παράδειγμα, θα μπορούσατε να δημιουργήσετε ένα bootable USB με επιμονή για χρήση ως φορητό περιβάλλον ανάπτυξης, εργαλείο αντιμετώπισης προβλημάτων ή εξειδικευμένο λειτουργικό σύστημα για ένα συγκεκριμένο έργο.
Λάβετε υπόψη ότι η συγκεκριμένη θέση και η ονομασία του αρχείου persistence ενδέχεται να διαφέρουν ανάλογα με το εργαλείο που χρησιμοποιείται για τη δημιουργία της ζωντανής μονάδας USB. Ανατρέχετε πάντα στην τεκμηρίωση ή τις οδηγίες που παρέχονται από το εργαλείο που χρησιμοποιείτε για πιο ακριβείς πληροφορίες.
Πνευματικά δικαιώματα © Γνώση Υπολογιστών Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα