Ο όρος "bit" επινοήθηκε το 1948 από τον Claude Shannon, έναν μαθηματικό και ηλεκτρολόγο μηχανικό που θεωρείται ο πατέρας της θεωρίας της πληροφορίας. Η Shannon χρησιμοποίησε τον όρο "bit" ως συντομογραφία του "δυαδικού ψηφίου", μια έννοια που είχε εισαχθεί από τον μαθηματικό John Atanasoff το 1937.
Τα bit χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση της ποσότητας δεδομένων που μπορούν να αποθηκευτούν ή να μεταδοθούν μέσω ενός ψηφιακού καναλιού επικοινωνίας. Για παράδειγμα, ένα τυπικό τηλεοπτικό σήμα υψηλής ευκρίνειας (HD) απαιτεί εύρος ζώνης περίπου 10 megabit ανά δευτερόλεπτο (Mbps), που σημαίνει ότι μεταδίδονται 10 εκατομμύρια bit δεδομένων κάθε δευτερόλεπτο.
Τα δεδομένα μπορούν επίσης να μετρηθούν σε μονάδες byte, kilobyte (1.024 byte), megabyte (1.048.576 byte) και gigabyte (1.073.741.824 byte). Ακολουθεί ένας πίνακας που συνοψίζει τις διαφορετικές μονάδες μέτρησης δεδομένων:
| Μονάδα | Αριθμός bit |
|---|---|
| Bit | 1 |
| Byte | 8 |
| Kilobit (Kb) | 1.024 |
| Megabit (Mb) | 1.048.576 |
| Gigabit (Gb) | 1.073.741.824 |
| Kilobyte (KB) | 8,192 |
| Megabyte (MB) | 8.388.608 |
| Gigabyte (GB) | 8.589.934.592 |
Αυτές οι μονάδες μέτρησης δεδομένων χρησιμοποιούνται συνήθως στους υπολογιστές και τις τηλεπικοινωνίες για να περιγράψουν το μέγεθος των αρχείων, την ταχύτητα μεταφοράς δεδομένων και την ποσότητα του διαθέσιμου χώρου αποθήκευσης σε μια συσκευή.
Πνευματικά δικαιώματα © Γνώση Υπολογιστών Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα