* Υψηλό κόστος: Τα mainframes ήταν (και εξακολουθούν να είναι) εξαιρετικά ακριβά, κοστίζοντας εκατομμύρια δολάρια. Αυτό τους έκανε κυρίως προσβάσιμους σε μεγάλους οργανισμούς όπως οι τράπεζες, οι κυβερνητικές υπηρεσίες και οι μεγάλες εταιρείες.
* Εξειδικευμένος σκοπός: Τα mainframes σχεδιάστηκαν για συγκεκριμένα, σύνθετα καθήκοντα όπως η επεξεργασία δεδομένων μεγάλης κλίμακας, η επεξεργασία συναλλαγών και η επιστημονική πληροφορική. Οι εφαρμογές τους δεν ήταν τόσο διαδεδομένες όσο οι προσωπικοί υπολογιστές γενικής χρήσης.
* Περιορισμένη ζήτηση: Λόγω του υψηλού κόστους και του εξειδικευμένου σκοπού τους, η ζήτηση για mainframes ήταν σχετικά χαμηλή σε σύγκριση με τη μαζική αγορά ηλεκτρονικών ειδών καταναλωτών.
* πολυπλοκότητα και προσαρμοστικότητα: Τα mainframes ήταν πολύ περίπλοκα μηχανήματα, συχνά κατασκευασμένα για να καλύψουν τις συγκεκριμένες ανάγκες των χρηστών τους. Αυτό έκανε τη μαζική παραγωγή προκλητική και λιγότερο οικονομικά αποδοτική.
Αντί της μαζικής παραγωγής, τα mainframes παράγονται σε μικρότερες ποσότητες με έμφαση στην υψηλή ποιότητα και την αξιοπιστία.
Ωστόσο, υπάρχουν μερικές εξαιρέσεις:
* Σύστημα IBM/360: Αυτή η σειρά mainframes ήταν μια σημαντική απόκλιση από προηγούμενα μοντέλα, με στόχο την τυποποίηση και τη συμβατότητα. Αυτό οδήγησε σε υψηλότερους όγκους παραγωγής από τα προηγούμενα mainframes, αν και δεν εξακολουθεί να μην είναι σε κλίμακα μαζικής αγοράς.
* Σύστημα IBM/370: Αυτή η σειρά επεκτάθηκε περαιτέρω στην τυποποίηση και τη συμβατότητα του συστήματος/360, οδηγώντας σε ακόμη υψηλότερους αριθμούς παραγωγής.
Συμπερασματικά: Ενώ τα mainframes δεν ήταν μαζικά παράγονται με τον ίδιο τρόπο όπως τα ηλεκτρονικά στοιχεία των καταναλωτών, υπήρξαν προσπάθειες αύξησης του όγκου παραγωγής μέσω της τυποποίησης και της συμβατότητας. Το υψηλό κόστος, ο εξειδικευμένος σκοπός τους και η περιορισμένη ζήτηση τελικά σήμαιναν ότι ποτέ δεν ήταν πραγματικά μαζικά παραγόμενα.
Πνευματικά δικαιώματα © Γνώση Υπολογιστών Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα